Εθνικό Πάρκο Λίμνης Κερκίνης, Ιστορία, μέρος 2ο

Η ιστορία του Εθνικού Πάρκου Λίμνης Κερκίνης

Η περιοχή ήταν ήδη γνωστή από τις αρχές του 20ου αιώνα για την μεγάλη ορνιθολογική της αξία. Ο F.N. Chase, ο οποίος υπηρετούσε στο Βρετανικό εκστρατευτικό σώμα στην πεδιάδα του Στρυμόνα κατά τα έτη 1916-1917, και δημοσίευσε αργότερα τις ορνιθολογικές παρατηρήσεις του, έγραψε ότι «..η πεδιάδα του Στρυμόνα παραμένει tera incognitta (άγνωστη γη) για τον ορνιθολόγο..» και για «πραγματικά τεράστια χειμωνιάτικα κοπάδια από χαβαρόνια τα οποία μερικές φορές κάλυπταν δεκάδες στρέμματα..» και πως «..σε όλη την πεδιάδα αφθονούν τα μεγάλα αρπακτικα..» κατά τον Chasen, οι αετοί «..ήταν από τα χαρακτηριστικότερα πουλιά της πεδιάδας του Στρυμόνα, ειδικά το χειμώνα.

Δεν ήταν συνηθισμένο να βλέπεις πάνω σε κάθε ξύλο ή σε κάθε γυμνό δέντρο ως εκεί που έφτανε το μάτι, αετούς με φουσκωμένο το πτέρωμα τους και το κεφάλι στραμμένο προς το ποτάμι να παρακολουθούν τις πάπιες που πετούν ανήσυχες πάνω-κάτω..». Ειδικά η βασιλαετοί «..ήταν οι πιο πολυάριθμοι, ήταν μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής..», οι στικταετοί αποτελούσαν «..συνηθισμένο θέαμα στην πεδιάδα..» ενώ «..πολλοί από τους αετούς που έβλεπα ήταν θαλασσαετοί. Στα μεγάλα κρύα του Ιανουαρίου του 1917, πάρα πολλοί θαλασσαετοί βρίσκονταν συγκεντρωμένοι στις όχθες του ποταμού Μπούτκοβα..». Μαζί με 4 είδη γυπών, ο Chasen αναφέρει ως αρκετά κοινά και άλλα αρπακτικά, όπως ο σπιζαετός και το κιρκινέζι, είδη που σήμερα έχουν σχεδόν εξαφανιστεί και συναντώνται μόνο σε ελάχιστα μέρη σε όλη τη χώρα.

Ένας άλλος βρετανός στρατιωτικός, ο λοχαγός A. Sladen, αναφέρεται σε μεγάλα κοπάδια χαμωτίδες που συναντούσε στην περιοχή το χειμώνα και σε χιλιάδες μαυρογλάρονα να φώλιαζαν στις λίμνες της περιοχής. Λέει επίσης πως ήταυροι «..ήταν αρκετά κοινοί και το ιδιόμορφο μουγκάνισμα τους ακούγονταν σχεδόν μέσα στα ψαθιά..».

Το μικρό σχετικά βάθος, οι ήπιες κλίσεις στο βόρειο και βορειοανατολικό τμήμα της λίμνης, η υψηλή παραγωγικότητα που οφείλεται στην περιοδική κατάκλυση με νερό και στον εμπλουτισμό της με θρεπτικά στοιχεία, η θέση της σε σχέση με τους διαδρόμους μετανάστευσης των πουλιών και η ύπαρξη από την αρχαιότητα στον ίδιο τόπο μιας μεγάλης υγροτοπικής έκτασης, είναι οι παράγοντες που συνέβαλαν στη διατήρηση του ορθολογικού πλούτου της περιοχής και μετά τη δημιουργία της τεχνητής λίμνης.

Στα τέλη της δεκαετίας του ΄70 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ‘80 η υδροχαρής βλάστηση κάλυπτε περισσότερα από 12.000 στρέμματα σε διάφορες θέσεις στη λίμνη, ενώ το παραποτάμιο δάσος δέσποζε στο βόρειο τμήμα της. Η έκταση της λίμνης ήταν περίπου 50.000 στρέμματα την άνοιξη ενώ το χειμώνα πολλές φορές εξαφανιζόταν και παρέμενε μόνο η κοίτη του ποταμού που διέσχιζε την περιοχή της λίμνης. Η ετήσια διακύμανση της στάθμης του νερού ήταν περίπου 3 μέτρα (υψηλότερη την άνοιξη, χαμηλότερη το φθινόπωρο και τον χειμώνα).

Τα νέα έργα στην περιοχή της λίμνης ολοκληρώθηκαν το 1982 οπότε άρχισε να λειτουργεί το νέο φράγμα. Με τη λειτουργία του νέου φράγματος υπάρχει μια εποχική αυξομείωση της στάθμης της λίμνης κατά 4,5 έως 5 μέτρα,  (από υψόμετρο 31,0 – 31,50 το φθινόπωρο, σε 36 μέτρα περίπου την άνοιξη), με αποτέλεσμα η επιφάνεια της λίμνης να μεταβάλλεται από 50.000 στρέμματα περίπου το χειμώνα έως τα 75.000 στρέμματα την άνοιξη.

 

Ήξερες ότι:

Περισσότεροι από 3.000 ροδοπελεκάνοι μπορούν

να παρατηρηθούν κατά την ανοιξιάτικη μετανάστευση

και περίπου 5.000 στην φθινοπωρινή επιστροφή τους στην Αφρική.

0030 6985654327